Τι σημαίνει το traje στο ισπανικά;
Ποια είναι η σημασία της λέξης traje στο ισπανικά; Το άρθρο εξηγεί την πλήρη σημασία, την προφορά μαζί με δίγλωσσα παραδείγματα και οδηγίες για τον τρόπο χρήσης του traje στο ισπανικά.
Η λέξη traje στο ισπανικά σημαίνει φέρνω, φτιάχνω, φέρνω, μεταφέρω, προσελκύω, φέρνω, φέρνω, φέρνω, φέρνω, βγάζω, σημαίνω, τραβάω, τραβώ, θυμίζω, σερβίρω, σερβιρίζω, φέρνω, φέρνω λαθραία, φέρνω λαθραία, προμηνύω, παίρνω, χρησιμοποιώ, παίρνω μαζί μου, φέρνω μαζί μου, πιάνω, κοστούμι, ενδυμασία, περιβολή, κοστούμι, κοστούμι, ενδυμασία, τουαλέτα, στολή, φορεσιά, σακάκι, περιβολή, ρούχο, σύνολο, συνολάκι, ντύσιμο, περιβολή, αμφίεση, σμόκιν, φέρνω, αδιαφορώ για κπ/κτ, ανακαλύπτω, γρουσουζεύω, ειρηνεύω, φέρε το ποτό σου, συστήνω κπ στους γονείς, γνωρίζω κπ στους γονείς, στηρίζω την οικογένεια, φέρνω κπ/κτ στο μυαλό μου, υπενθυμίζω, δεν δίνω δεκάρα, δεν δίνω μία, δεν δίνω φράγκο, δεν δίνω πεντάρα τσακιστή, θέτω το ζήτημα, θέτω το ερώτημα, ξυπνάω αναμνήσεις σε κπ, αναφέρω, θίγω, θέτω, πετάω τη μπάλα και μου τη φέρνει πίσω, οδηγώ, φέρνω, ξεθάβω, φέρνω, πραγματοποιώ, επαναφέρω, επαναθίγω, σέρνω μαζί,κουβαλάω, φέρνω,κουβαλάω, παίρνω μαζί μου, φέρνω, ξυπνάω αναμνήσεις σε κπ από κτ, μπάζω κτ/κπ στα κρυφά, προσελκύω κπ σε κτ, παραγγέλνω, φέρνω στο νου, φέρνω. Για να μάθετε περισσότερα, δείτε τις λεπτομέρειες παρακάτω.
Σημασία της λέξης traje
φέρνω(παίρνω μαζί μου) (ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.) ¿Quieres que lleve una botella de vino? Να φέρω κρασί μαζί μου; |
φτιάχνω
(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.) Me gusta como llevas el pelo. ⓘEsta oración no es una traducción de la original. Σου πάει πολύ ο τρόπος που έβαψες τα νύχια σου. |
φέρνω, μεταφέρω
(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.) Lleva esta silla a la otra habitación. ⓘEsta oración no es una traducción de la original. Μπορείς να φέρεις, εδώ, εκείνη την καρέκλα; |
προσελκύω(persona) (ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.) Este escaparate nuevo debería atraer a mucha gente. |
φέρνω
(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.) Traeré el auto a tu casa si me llevas a mi casa después. Αν με πας σπίτι μετά, θα φέρω το αυτοκίνητο στο σπίτι σου. |
φέρνωverbo transitivo (ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.) ¿Quieres que te traiga algo de comer de la tienda? Θέλεις να φέρω μερικά σνακ από το μαγαζί; |
φέρνωverbo transitivo (ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.) Como vas a pasar por mi casa, ¿podrías traerme el papeleo? |
φέρνωverbo transitivo (ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.) Traeré otro plato para ti. Θα σου φέρω άλλο ένα πιάτο. |
βγάζω(dinero) (το άτομο) (ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.) Mi tienda virtual de tarjetas de saludo trae $300 por mes. |
σημαίνω
(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.) Si cruzas esa raya te traerá problemas. |
τραβάω, τραβώ
(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.) Trae una silla, y te muestro las fotos de mi vacaciones. Φέρε μια καρέκλα και θα σου δείξω τις φωτογραφίες από τις διακοπές μου. |
θυμίζωverbo transitivo (ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.) Esa canción me trae buenos recuerdos. Το άκουσμα αυτού του τραγουδιού μου φέρνει στο νου πιο ευτυχισμένες μέρες. |
σερβίρω, σερβιρίζω(κάτι σε κάποιον) (ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.) Los camareros sirvieron carne asada y puré de patatas a los comensales. Οι σερβιτόροι σέρβιραν ροσμπίφ και πουρέ στους πελάτες. |
φέρνω
(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.) En 2007, el gobierno británico introdujo una ley prohibiendo fumar en todos los espacios públicos cerrados. |
φέρνω λαθραία(figurado) Janice estuvo hospitalizada y los médicos le pusieron una dieta muy estricta. Por ello, le pidió a su marido que le contrabandeara algo de chocolate.
A pesar de las medidas de seguridad de las prisiones, la gente se las arregla para contrabandear drogas. Η Τζάνις ήταν στο νοσοκομείο και οι γιατροί την έβαλαν σε αυστηρή δίαιτα και έτσι ζήτησε από τον άνδρα της να της φέρει λαθραία λίγη σοκολάτα. Παρά τα μέτρα ασφαλείας στις φυλακές, οι άνθρωποι ακόμη καταφέρνουν να φέρνουν λαθραία ναρκωτικά. |
φέρνω λαθραία(κάτι σε κάτι) El visitante metió una sierra de arco en la cárcel para que el prisionero pudiera escapar. Ο επισκέπτης έφερε λαθραία μια λεπίδα από πριόνι στη φυλακή ώστε ο φυλακισμένος να μπορέσει να αποδράσει. |
προμηνύω
(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.) Este augurio presagia grandes cosas para el futuro. |
παίρνω
(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.) Brian fue a buscar el correo. Ο Μπράιαν πήγε να φέρει την αλληλογραφία. |
χρησιμοποιώ
(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.) Pusieron en juego la artillería y lograron que el enemigo se retirara. |
παίρνω μαζί μου, φέρνω μαζί μου
(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.) Esta no es una cena privada así que por favor invita a tus amigos y trae contigo una botella de vino. Δεν πρόκειται για ιδιωτικό γεύμα, επομένως σας παρακαλώ προσκαλέστε τους φίλους σας και φέρτε ένα μπουκάλι κρασί μαζί σας. |
πιάνω
(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.) Tim entrenó al perro para ir a buscar la pelota. Ο Τιμ εκπαίδευσε τον σκύλο να πιάνει την μπάλα. |
κοστούμιnombre masculino (ουσιαστικό ουδέτερο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους.) Usó su traje nuevo en la boda. Φόρεσε το καινούριο του κοστούμι στο γάμο. |
ενδυμασία, περιβολήnombre masculino (επίσ) (ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.) |
κοστούμιnombre masculino (ουσιαστικό ουδέτερο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους.) |
κοστούμι
(ουσιαστικό ουδέτερο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους.) Mi hermano se ve sorprendentemente bien en un traje. |
ενδυμασία
(ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.) Lucas fue a la fiesta en un traje de vaquero. Ο Λούκας πήγε στο πάρτι φορώντας μια στολή καουμπόι. |
τουαλέτα(βραδινό φόρεμα) (ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.) Kelsey llevó un bonito traje al baile. Η Κέσλεϋ φόρεσε μια όμορφη τουαλέτα στον χορό. |
στολή, φορεσιά
(ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.) En esa parte de Holanda las mujeres todavía usan los trajes tradicionales. Σε αυτό το μέρος της Ολλανδίας οι γυναίκες ακόμα φοράνε τις παραδοσιακές στολές (or: φορεσιές) τους. |
σακάκι
(ουσιαστικό ουδέτερο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους.) El código de vestimenta exige que los hombres lleven traje y corbata. |
περιβολή(λόγιος) (ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.) Los niños estaban con sus trajes elegantes para la misa del domingo de Pascuas. |
ρούχο
(ουσιαστικό ουδέτερο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους.) La tienda borda logos y diseños en todo tipo de vestidos. Το μαγαζί διακοσμεί κάθε είδος ρούχων με λογότυπα και σχέδια. |
σύνολο, συνολάκι, ντύσιμο
(ουσιαστικό ουδέτερο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους.) Rachel está comprando ropa nueva para sus vacaciones. Η Ρέιτσελ θα αγοράσει ένα καινούριο συνολάκι για τις διακοπές της. |
περιβολή, αμφίεση
(ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.) ¿Qué es ese extraño vestido que lleva puesto Ellie? |
σμόκιν
(ουσιαστικό ουδέτερο άκλιτο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους και δεν κλίνεται, π.χ. σάντουιτς, κομπιούτερ κλπ. Συχνά είναι ξενικής προέλευσης.) Los hombres deben usar esmoquin a la cena de Navidad de la compañía. |
φέρνω(άτομο) (ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.) Trae a un amigo cuando vengas a cenar. Φέρε και κάποιον φίλο σου, όταν έρθεις για το δείπνο. |
αδιαφορώ για κπ/κτ(figurado) Ese niño pisotea a sus padres. El jefe pisoteó todas las sugerencias de Paige. |
ανακαλύπτω
(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.) Ese periodista era conocido por su extraordinaria habilidad para averiguar los pormenores de una historia. |
γρουσουζεύω
(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.) Ian gafó el partido de críquet cuando dijo que no iba a llover. |
ειρηνεύω
(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.) El ejército tenía la orden de pacificar la zona circundante. |
φέρε το ποτό σουexpresión (β' συνθετικό: Βρίσκεται στην τέλος μια λέξης και σε οριμένες περιπτώσης φανερώνει το νόημα αυτής, π.χ. υψηλόβαθμος, χαμηλόβαθμοςκλπ.) |
συστήνω κπ στους γονείς, γνωρίζω κπ στους γονείςlocución verbal (έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.) Estamos nerviosos porque va a traer a casa a su novio hoy en la noche. Είμαστε αγχωμένοι, γιατί θα μας γνωρίσει τον φίλο της απόψε. |
στηρίζω την οικογένειαlocución verbal (figurado) |
φέρνω κπ/κτ στο μυαλό μουlocución verbal (έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.) El olor del pan en el horno me trae a la mente los años que pasé en el internado. |
υπενθυμίζω
(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.) Este aroma me trae a la mente los pastelillos de la abuela. |
δεν δίνω δεκάρα, δεν δίνω μία, δεν δίνω φράγκο, δεν δίνω πεντάρα τσακιστή(ES, coloquial) (καθομιλουμένη) (έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.) Σκασίλα μου για όσα λένε οι παλιοφυλλάδες! |
θέτω το ζήτημα
(έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.) |
θέτω το ερώτημα
(έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.) |
ξυπνάω αναμνήσεις σε κπlocución verbal (έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.) |
αναφέρω, θίγω, θέτω(ένα θέμα) (ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.) No estoy seguro de cómo traer a colación con mi empleador el asunto del pago incumplido. |
πετάω τη μπάλα και μου τη φέρνει πίσω
(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.) Trata de jugar a lanzarle la pelota a tu perro todas las mañanas. |
οδηγώ(μεταφορικά) (ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.) Esperamos que nuestro temprano éxito traiga consigo futuros triunfos. |
φέρνω
(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.) |
ξεθάβωlocución verbal (μεταφορικά, καθομιλουμένη) (ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.) No tenía por qué traer a cuento aquel asunto. |
φέρνω, πραγματοποιώ
(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.) Prometió que traería consigo un cambio. Υποσχέθηκε ότι θα πραγματοποιήσει αλλαγές. |
επαναφέρω, επαναθίγωlocución verbal (θέμα) (ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.) |
σέρνω μαζί,κουβαλάωlocución verbal (ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.) Si traes a tu hijo a la iglesia a la fuerza, no hay duda de que lo resentirá. |
φέρνω,κουβαλάω(κυριολεκτικά,γάτες) (ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.) |
παίρνω μαζί μου, φέρνω
(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.) Traje a la niña conmigo, la niñera se enfermó. |
ξυπνάω αναμνήσεις σε κπ από κτlocución verbal (έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.) Las fotos trajeron recuerdos de la niñez de Alan. |
μπάζω κτ/κπ στα κρυφά
(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.) La introdujo escondida en el doble fondo de la valija. |
προσελκύω κπ σε κτ
Hicimos todo lo que pudimos para traer a Brian a la fiesta, pero no quiso venir. Κάναμε ό,τι μπορούσαμε για να προσελκύσουμε τον Τιμ στο πάρτι, δεν ήθελε όμως να έρθει. |
παραγγέλνωlocución verbal (ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.) Llegó la primavera, es hora de hacer traer semillas. |
φέρνω στο νου(μεταφορικά) (έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.) Aquel olor le trajo a la mente recuerdos de su infancia. |
φέρνω
(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.) Generalmente un nuevo entrenador trae su propio equipo de asistentes. |
Ας μάθουμε ισπανικά
Λοιπόν τώρα που γνωρίζετε περισσότερα σχετικά με την έννοια του traje στο ισπανικά, μπορείτε να μάθετε πώς να τα χρησιμοποιείτε μέσω επιλεγμένων παραδειγμάτων και πώς να διαβάστε τις. Και θυμηθείτε να μάθετε τις σχετικές λέξεις που προτείνουμε. Ο ιστότοπός μας ενημερώνεται συνεχώς με νέες λέξεις και νέα παραδείγματα, ώστε να μπορείτε να αναζητήσετε τη σημασία άλλων λέξεων που δεν γνωρίζετε στο ισπανικά.
Σχετικές λέξεις του traje
Ενημερωμένες λέξεις του ισπανικά
Γνωρίζετε για το ισπανικά
Τα ισπανικά (español), επίσης γνωστή ως Castilla, είναι μια γλώσσα της ιβηρορομανικής ομάδας των ρομανικών γλωσσών και η 4η πιο κοινή γλώσσα στον κόσμο σύμφωνα με ορισμένες πηγές, ενώ άλλες την αναφέρουν ως 2η ή 3η πιο κοινή γλώσσα. Είναι η μητρική γλώσσα περίπου 352 εκατομμυρίων ανθρώπων και ομιλείται από 417 εκατομμύρια άτομα όταν προσθέτουμε τους ομιλητές της ως γλώσσα. δευτερεύουσα (εκτιμάται το 1999). Τα ισπανικά και τα πορτογαλικά έχουν πολύ παρόμοια γραμματική και λεξιλόγιο· Ο αριθμός παρόμοιου λεξιλογίου αυτών των δύο γλωσσών είναι έως και 89%. Τα ισπανικά είναι η κύρια γλώσσα 20 χωρών σε όλο τον κόσμο. Υπολογίζεται ότι ο συνολικός αριθμός των ομιλητών της Ισπανικής είναι μεταξύ 470 και 500 εκατομμύρια, καθιστώντας τα δεύτερη πιο ευρέως ομιλούμενη γλώσσα στον κόσμο ως προς τον αριθμό των φυσικών ομιλητών.