Τι σημαίνει το thé στο Γαλλικά;
Ποια είναι η σημασία της λέξης thé στο Γαλλικά; Το άρθρο εξηγεί την πλήρη σημασία, την προφορά μαζί με δίγλωσσα παραδείγματα και οδηγίες για τον τρόπο χρήσης του thé στο Γαλλικά.
Η λέξη thé στο Γαλλικά σημαίνει τσάι, τσάι, τσάι, τσάι, τσάι, τσάι, τσάι, απογευματινό τσάϊ, προηγούμενος, ενδιάμεσος, ευλογημένος, κατοχικός, καιρός, αποτέλεσμα, υποτακτική, παγκόσμιος ιστός, τέλος, είδος τριανταφυλλιάς, σουρωτήρι τσαγιού, ενήλικας, αριστερός, μέτρηση, ακριβώς, πηγαίνω μπροστά, προχωρώ, σηκώνομαι, ανεβαίνω, ανέρχομαι, πενθών, θρηνών, μνηστευμένος, λάδι, συμπλοκή, υποψία, ρυθμός, υψηλή περιοχή, ζουμιά, άνω, παρατατικός, βιασύνη, προσωποποίηση, επιτομή, σκέφτομαι, κλειδί, βαζεκτομή, νωρίτερα, πάω προς τα πίσω, πηγαίνω προς τα πίσω, με έχει φέρει ως εδώ, με έχει φέρει στα όριά μου, κοντινός, -, σημείο εστίασης, πτώση, -, επιτομή, πλύσιμο ρούχων, οχετός, πέρασμα, πασάρω, ακριβής, ολόκληρος, πλήρης, παρατηρητικός, παλαιομοδίτικος, αναχρονιστικός, παλιακός, ξεπερασμένος, ακριβής, έμπειρος, καταπιεσμένος, στο τραπέζι, ακριβώς στο κέντρο, ακριβώς στη μέση, στο όριο, με πάγο, σε εγρήγορση, ακριβώς, μέσα στην εβδομάδα, στον αέρα, τόσο το καλύτερο, ευυπόληπτα, υπό κατασκευή, το γράμμα του νόμου, υπόθεση, χάρη, εκδότης, εκδότρια, βαλίτσες, πνευματικό δημιούργημα, πνευματικό παιδί, πνευματικό τέκνο, εξερευνητής, προκαταρκτική εργασία, κούπα τσαγιού, φλιτζάνι τσάι, φακελάκι τσαγιού, σακουλάκι τσαγιού, τίποτα τέτοιο, μεγάφωνο, πληγωμένος εγωισμός, λαστιχένια υφή, πρωΐνή βάρδια, πολύ νωρίς, τσάι με γεύση τζίντζερ, καλή ζωή, μεσοδιάστημα, εσωτερικό μεγαφωνικό δίκτυο, ειδοποιητήριο απόλυσης, μακρινό παρελθόν, φακελάκι τσαγιού, κουτί τσαγιού, υπαίθριος χώρος σερβιρίσματος τσαγιού, φύλλο τσαγιού. Για να μάθετε περισσότερα, δείτε τις λεπτομέρειες παρακάτω.
Σημασία της λέξης thé
τσάιnom masculin (boisson) (ουσιαστικό ουδέτερο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους.) Elle boit du thé tous les jours. ⓘCette phrase n'est pas une traduction de la phrase originale. Να σου φτιάξω ένα ζεστό; |
τσάιnom masculin (ουσιαστικό ουδέτερο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους.) Prenons le thé ensemble aujourd'hui. Ας βρεθούμε για τσάι σήμερα το απόγευμα. |
τσάιnom masculin (plante) (ουσιαστικό ουδέτερο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους.) Ils font pousser du thé au Sri Lanka. |
τσάι(μεταφορικά) (ουσιαστικό ουδέτερο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους.) Je t'invite pour le thé (or: prendre le thé). |
τσάιnom masculin (ουσιαστικό ουδέτερο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους.) Prenons une bonne tasse de thé, Doris. |
τσάι(ανάλογα το είδος) (ουσιαστικό ουδέτερο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους.) Μια αχνιστή κούπα με κάποιο είδος ροφήματος βρισκόταν στον πάγκο. |
τσάιnom masculin (ουσιαστικό ουδέτερο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους.) Je fais du thé ? |
απογευματινό τσάϊ
(ουσιαστικό ουδέτερο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους.) Karen et Lisa se sont donné rendez-vous pour prendre le thé ensemble. |
προηγούμενος
(μετοχή παρακειμένου: Χρησιμοποιείται ως επίθετο ή ουσιαστικό και έχει τρία γένη, π.χ. χαμένος, χαμένη, χαμένο κλπ.) Le nouveau livre de l'écrivaine est encore meilleure que son précédent. Ο Άλμπερτ είχε τελειώσει την προηγούμενη μέρα. Το νέο βιβλίο της συγγραφέως είναι ακόμα καλύτερο από το προηγούμενο. |
ενδιάμεσος
(επίθετο: Περιγράφει το ουσιαστικό που συνοδεύει, π.χ.ψηλός άντρας, καλός καιρός κλπ, και αλλάζει ανάλογα με το γένος, π.χ.καλός, καλή, καλό) La période intermédiaire entre la soumission de votre demande et son acceptation ou son refus peut être très longue. ⓘCette phrase n'est pas une traduction de la phrase originale. Στην ενδιάμεση περίοδο, ο Τζο αγόρασε λίγο μεσημεριανό. |
ευλογημένος(Religion) (μετοχή παρακειμένου: Χρησιμοποιείται ως επίθετο ή ουσιαστικό και έχει τρία γένη, π.χ. χαμένος, χαμένη, χαμένο κλπ.) Ce lieu doit être béni. Αυτός ο τόπος πρέπει να είναι ευλογημένος. |
κατοχικός
(επίθετο: Περιγράφει το ουσιαστικό που συνοδεύει, π.χ.ψηλός άντρας, καλός καιρός κλπ, και αλλάζει ανάλογα με το γένος, π.χ.καλός, καλή, καλό) Les forces d'occupation ont été repoussées du territoire. |
καιρός(climat) (ουσιαστικό αρσενικό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα αρσενικού γένους.) Le temps est agréable aujourd'hui. ⓘCette phrase n'est pas une traduction de la phrase originale. Ο καιρός είναι καλός σήμερα. |
αποτέλεσμαnom masculin (Sports, Jeux) (ουσιαστικό ουδέτερο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους.) À la mi-temps, le score était de quarante à trente-huit. Έχασα την αρχή του αγώνα; Πόσο είναι το σκορ; |
υποτακτικήnom masculin (Grammaire) (γραμματική: έγκλιση) (ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.) On peut utiliser le subjonctif quand on exprime un vœu. Μπορείς να χρησιμοποιήσεις την υποτακτική όταν εκφράζεις μια επιθυμία. |
παγκόσμιος ιστός(Informatique) |
τέλος
(ουσιαστικό ουδέτερο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους.) |
είδος τριανταφυλλιάςnom féminin (β' συνθετικό: Βρίσκεται στην τέλος μια λέξης και σε οριμένες περιπτώσης φανερώνει το νόημα αυτής, π.χ. υψηλόβαθμος, χαμηλόβαθμοςκλπ.) L'hybride rose-thé est la plus populaire rose du monde. |
σουρωτήρι τσαγιού
(φράση ως ουσιαστικό ουδέτερο: Σύνολο λέξεων που αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους, π.χ. ανώτατο εκπαιδευτικό ίδρυμα, απολυτήριο λυκείου κλπ.) Elle possède un passe-thé en argent qu'elle n'utilise jamais. |
ενήλικας
(ουσιαστικό αρσενικό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα αρσενικού γένους.) C'est un film pour les adultes, certainement pas pour les enfants. Είναι ταινία για μεγάλους, σε καμία περίπτωση δεν κάνει για παιδιά. // Όχι τώρα γλυκιά μου, μιλάνε οι μεγάλοι. |
αριστερός
(επίθετο: Περιγράφει το ουσιαστικό που συνοδεύει, π.χ.ψηλός άντρας, καλός καιρός κλπ, και αλλάζει ανάλογα με το γένος, π.χ.καλός, καλή, καλό) |
μέτρηση
(ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.) |
ακριβώς(heure) (επίρρημα: Περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. τρέχω γρήγορα, μιλάω ακατάπαυστακλπ.) La fête s'est finie à minuit tapante. Το πάρτι τελείωσε μεσάνυχτα νταν. |
πηγαίνω μπροστά, προχωρώ
(ρήμα αμετάβατο: Δεν συνδυάζεται με αντικείμενο, π.χ. κοιμάμαι, διψάω, πεινάωκλπ.) |
σηκώνομαι, ανεβαίνω, ανέρχομαι
(ρήμα αμετάβατο: Δεν συνδυάζεται με αντικείμενο, π.χ. κοιμάμαι, διψάω, πεινάωκλπ.) Elle a toujours très peur de monter sur une échelle. ⓘCette phrase n'est pas une traduction de la phrase originale. Το μπαλόνι σηκώθηκε στον αέρα. |
πενθών, θρηνών
(μετοχή ενεστώτα: Χρησιμοποιείται ως επίθετο ή ουσιαστικό και έχει τρία γένη, π.χ. υπογράφων, υπογράφουσα, υπογράφον κλπ.) |
μνηστευμένος(λόγιο) (μετοχή παρακειμένου: Χρησιμοποιείται ως επίθετο ή ουσιαστικό και έχει τρία γένη, π.χ. χαμένος, χαμένη, χαμένο κλπ.) |
λάδι(lubrifiant) (ουσιαστικό ουδέτερο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους.) Martin a mis de l'huile sur le gond pour l'empêcher de grincer. ⓘCette phrase n'est pas une traduction de la phrase originale. Ψέκασε τον μεντεσέ της πόρτας με λίγο λάδι για να σταματήσει να τρίζει. |
συμπλοκή(figuré) (ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.) |
υποψία(συχνά πληθυντικός) (ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.) L'inspectrice n'avait pas encore de preuves, mais elle avait des soupçons sur l'individu qui avait commis le crime. Η ντετέκτιβ δεν είχε βρει ακόμα αποδείξεις, αλλά είχε υποψίες για το ποιος είχε διαπράξει το έγκλημα. |
ρυθμός(μεταφορικά) (ουσιαστικό αρσενικό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα αρσενικού γένους.) Accommodé à sa nouvelle routine, le nouveau cuisinier travaillait extrêmement vite. Ο νέος μάγειρας δούλευε εξαιρετικά γρήγορα μόλις πήρε το κολάι. |
υψηλή περιοχή(μουσική) (ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.) La mélodie devient assez difficile à suivre lorsqu'elle quitte le soprano. Η μελωδία γίνεται αρκετά δύσκολη να την ακολουθήσεις όταν βγει από την υψηλή περιοχή. |
ζουμιά(familier) (ανεπίσημο, μεταφορικά) (ουσιαστικό αρσενικό πληθυντικός: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους και είτε χρησιμοποιείται μόνο στον πληθυντικό, π.χ. τα κάλαντα, είτε αναφέρεται στον πληθυντικό για την ορθή απόδοση του μεταφραζόμενου όρου.) |
άνω(membres, lèvre,...) (επίσημο) Tu as un feu sauvage sur ta lèvre supérieure. ⓘCette phrase n'est pas une traduction de la phrase originale. Το πάνω μέρος του χεριού είναι το τμήμα ανάμεσα στον αγκώνα και τον ώμο. |
παρατατικός(Grammaire) (γραμματική: χρόνος) (επίθετο: Περιγράφει το ουσιαστικό που συνοδεύει, π.χ.ψηλός άντρας, καλός καιρός κλπ, και αλλάζει ανάλογα με το γένος, π.χ.καλός, καλή, καλό) Certaines langues utilisent un temps imparfait pour exprimer des actions inachevées. Ορισμένες γλώσσες χρησιμοποιούν τον παρατατικό χρόνο για να εκφράσουν μη ολοκληρωμένες πράξεις. |
βιασύνηnom féminin (ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.) ⓘCette phrase n'est pas une traduction de la phrase originale. Η σπουδή του υπουργού να επιλύσει το θέμα δημιούργησε πολλά ερωτηματικά. |
προσωποποίηση, επιτομήnom féminin (ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.) Carlos est la personnification de la bonté. |
σκέφτομαι(la possibilité,...) (ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.) Δεν ξέρω πως γίνεται να σου περνάει έστω η ιδέα απ' το μυαλό ν' αφήσεις τη δουλειά σου.Με τι θα ζήσεις; |
κλειδί(Musique) (μουσική) (ουσιαστικό ουδέτερο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους.) ⓘCette phrase n'est pas une traduction de la phrase originale. Το τραγούδι γράφτηκε στο κλειδί της Ρε μείζονος. |
βαζεκτομή(ιατρική) (ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.) Après avoir eu des jumeaux, Marie a fait faire une vasectomie à son mari. |
νωρίτερα
(επίρρημα: Περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. τρέχω γρήγορα, μιλάω ακατάπαυστακλπ.) Θα σου έγραφα νωρίτερα, αλλά δεν είχα τη νέα διεύθυνσή σου. |
πάω προς τα πίσω, πηγαίνω προς τα πίσωverbe intransitif (περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.) |
με έχει φέρει ως εδώ, με έχει φέρει στα όριά μουadjectif (καθομιλουμένη: κπ ή κτ) (έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.) Tu sais que tu es énervant ! Je ne peux vraiment plus te parler. Είσαι απαράδεκτος να ξέρεις – απλά δεν μπορώ να σου μιλήσω άλλο. |
κοντινόςadjectif (proche de l'original) (επίθετο: Περιγράφει το ουσιαστικό που συνοδεύει, π.χ.ψηλός άντρας, καλός καιρός κλπ, και αλλάζει ανάλογα με το γένος, π.χ.καλός, καλή, καλό) C'est une fidèle reproduction de l'original. |
-(Δεν υπάρχει αντιστοιχία.) (β' συνθετικό: Βρίσκεται στην τέλος μια λέξης και σε οριμένες περιπτώσης φανερώνει το νόημα αυτής, π.χ. υψηλόβαθμος, χαμηλόβαθμοςκλπ.) L'idée même de le voir me rend malade. ⓘCette phrase n'est pas une traduction de la phrase originale. Ήξερα ότι είναι ψεύτης από την αρχή αρχή. |
σημείο εστίασης(Optique) (οπτικά) (ουσιαστικό ουδέτερο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους.) Περιέστρεψε τον φακό για να φέρει την εικόνα στο σημείο εστίασης. |
πτώσηnom masculin (Grammaire) (γραμματική) (ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.) Le génitif est un cas qui n'existe pas en français. |
-(Δεν υπάρχει αντιστοιχία.) (β' συνθετικό: Βρίσκεται στην τέλος μια λέξης και σε οριμένες περιπτώσης φανερώνει το νόημα αυτής, π.χ. υψηλόβαθμος, χαμηλόβαθμοςκλπ.) C'est quoi, cette histoire avec Amber et Paul ? Ils se voient ? Τι παίζει με την Άμπερ και τον Πωλ; Τα έχουν; |
επιτομή(μεταφορικά) (ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.) Elizabeth est l'incarnation même du bon goût : chez elle, tout est magnifique du sol au plafond. |
πλύσιμο ρούχων
(φράση ως ουσιαστικό ουδέτερο: Σύνολο λέξεων που αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους, π.χ. ανώτατο εκπαιδευτικό ίδρυμα, απολυτήριο λυκείου κλπ.) |
οχετός(figuré) (μεταφορικά) (ουσιαστικό αρσενικό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα αρσενικού γένους.) |
πέρασμαnom masculin (ουσιαστικό ουδέτερο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους.) |
πασάρω(Sports) (ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.) |
ακριβήςadjectif (επίθετο: Περιγράφει το ουσιαστικό που συνοδεύει, π.χ.ψηλός άντρας, καλός καιρός κλπ, και αλλάζει ανάλογα με το γένος, π.χ.καλός, καλή, καλό) Le témoin donna à la police une description précise du suspect. Ο μάρτυρας έδωσε στην αστυνομία μια ακριβή περιγραφή του υπόπτου. |
ολόκληρος, πλήρηςlocution adverbiale (για ημέρα) (επίθετο: Περιγράφει το ουσιαστικό που συνοδεύει, π.χ.ψηλός άντρας, καλός καιρός κλπ, και αλλάζει ανάλογα με το γένος, π.χ.καλός, καλή, καλό) |
παρατηρητικός
(επίθετο: Περιγράφει το ουσιαστικό που συνοδεύει, π.χ.ψηλός άντρας, καλός καιρός κλπ, και αλλάζει ανάλογα με το γένος, π.χ.καλός, καλή, καλό) |
παλαιομοδίτικος, αναχρονιστικός, παλιακός, ξεπερασμένος
(επίθετο: Περιγράφει το ουσιαστικό που συνοδεύει, π.χ.ψηλός άντρας, καλός καιρός κλπ, και αλλάζει ανάλογα με το γένος, π.χ.καλός, καλή, καλό) |
ακριβής(familier) (επίθετο: Περιγράφει το ουσιαστικό που συνοδεύει, π.χ.ψηλός άντρας, καλός καιρός κλπ, και αλλάζει ανάλογα με το γένος, π.χ.καλός, καλή, καλό) |
έμπειρος
(επίθετο: Περιγράφει το ουσιαστικό που συνοδεύει, π.χ.ψηλός άντρας, καλός καιρός κλπ, και αλλάζει ανάλογα με το γένος, π.χ.καλός, καλή, καλό) |
καταπιεσμένος
(μετοχή παρακειμένου: Χρησιμοποιείται ως επίθετο ή ουσιαστικό και έχει τρία γένη, π.χ. χαμένος, χαμένη, χαμένο κλπ.) |
στο τραπέζι(figuré) (μεταφορικά) (περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.) La proposition sur la table a été soumise par M. Smith. // Mettons toutes nos options sur la table. |
ακριβώς στο κέντρο, ακριβώς στη μέση
(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.) Le tir du golfeur a atterri en plein milieu du lac. |
στο όριο
(έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.) |
με πάγο(για ποτά) (έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.) |
σε εγρήγορση
(επίρρημα: Περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. τρέχω γρήγορα, μιλάω ακατάπαυστακλπ.) Il faut être réactif pour dénicher les meilleures affaires. |
ακριβώς
(επίρρημα: Περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. τρέχω γρήγορα, μιλάω ακατάπαυστακλπ.) |
μέσα στην εβδομάδα
(έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.) Le week-end, je me lève plus tard que durant la semaine. |
στον αέρα(μεταφορικά) (έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.) |
τόσο το καλύτερο
(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.) |
ευυπόληπτα
(επίρρημα: Περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. τρέχω γρήγορα, μιλάω ακατάπαυστακλπ.) Matt ne s'est jamais écarté du droit chemin dans sa vie. Il n'a même jamais eu le moindre PV de stationnement ! |
υπό κατασκευή(projet,...) (έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.) |
το γράμμα του νόμου(soutenu) (φράση ως ουσιαστικό ουδέτερο: Σύνολο λέξεων που αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους, π.χ. ανώτατο εκπαιδευτικό ίδρυμα, απολυτήριο λυκείου κλπ.) |
υπόθεσηnom féminin (ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.) Vos suppositions concernant la qualité du produit ne sont basées que sur le prix élevé des articles. Οι υποθέσεις σου για την ποιότητα των προϊόντων στηρίζονται μόνο στην υψηλή τιμή των αγαθών. |
χάρη
(ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.) ⓘCette phrase n'est pas une traduction de la phrase originale. Το ν μπροστά στο χ μετατρέπεται σε γ, χάριν ευφωνίας. |
εκδότης, εκδότρια(Journalisme) (ουσιαστικό αρσενικό, ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα αρσενικού και θηλυκού γένους. Αναφέρονται αμφότερα καθώς ο ξενόγλωσσος όρος αναφέρεται και στα δύο γένη.) Le rédacteur en chef est responsable de tout ce qui finit par paraître dans le journal. Στην ουσία, ο εκδότης είναι υπεύθυνος για όλα όσα τυπώνονται στην εφημερίδα. |
βαλίτσεςlocution verbale (ουσιαστικό αρσενικό πληθυντικός: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους και είτε χρησιμοποιείται μόνο στον πληθυντικό, π.χ. οι γιορτές (χρονική περίοδος), είτε αναφέρεται στον πληθυντικό για την ορθή απόδοση του μεταφραζόμενου όρου.) Bella part en vacances demain et elle n'a pas fini de faire ses valises. Η Μπέλλα πάει διακοπές αύριο και δεν έχει τελειώσει τις βαλίτσες της ακόμη. |
πνευματικό δημιούργημα, πνευματικό παιδί, πνευματικό τέκνο(εφεύρεση, νέα ιδέα) (φράση ως ουσιαστικό ουδέτερο: Σύνολο λέξεων που αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους, π.χ. ανώτατο εκπαιδευτικό ίδρυμα, απολυτήριο λυκείου κλπ.) Το κομπιούτερ της Apple ήταν το πνευματικό δημιούργημα του Steve Jobs. |
εξερευνητής
(ουσιαστικό αρσενικό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα αρσενικού γένους.) |
προκαταρκτική εργασία
|
κούπα τσαγιούnom féminin (ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.) |
φλιτζάνι τσάιnom féminin (φράση ως ουσιαστικό ουδέτερο: Σύνολο λέξεων που αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους, π.χ. ανώτατο εκπαιδευτικό ίδρυμα, απολυτήριο λυκείου κλπ.) |
φακελάκι τσαγιού, σακουλάκι τσαγιούnom masculin (έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.) |
τίποτα τέτοιο
(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.) Ils pensaient que nous allions passer les voir mais nous n'avions rien prévu de ce genre. |
μεγάφωνο
(ουσιαστικό ουδέτερο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους.) Το παιδί που χάθηκε βρέθηκε, χάρη στην κατάσταση έκτακτης ανάγκης που αναγγέλθηκε μέσω του συστήματος δημόσιων αναγγελιών. |
πληγωμένος εγωισμός
Quand je suis tombé à vélo, c'est mon amour-propre qui a le plus souffert. |
λαστιχένια υφή(καθομιλουμένη) (ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.) Tout était excellent sauf le calamar qui était caoutchouteux. |
πρωΐνή βάρδια
(έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.) Le poste de jour commence à 5 h 30 du matin. |
πολύ νωρίς
(επίρρημα: Περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. τρέχω γρήγορα, μιλάω ακατάπαυστακλπ.) Au saut du lit, mon frère allume une cigarette. |
τσάι με γεύση τζίντζερnom masculin (ουσιαστικό ουδέτερο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους.) |
καλή ζωή(familier) (μεταφορικά) (ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.) Il se la coule douce sur son yacht en Méditerranée. |
μεσοδιάστημα
(ουσιαστικό ουδέτερο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους.) |
εσωτερικό μεγαφωνικό δίκτυο
(ουσιαστικό ουδέτερο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους.) |
ειδοποιητήριο απόλυσης
(ουσιαστικό ουδέτερο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους.) J'ai travaillé dur des années, mais aujourd'hui ils m'ont donné ma lettre de licenciement. |
μακρινό παρελθόνlocution adverbiale (ουσιαστικό ουδέτερο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους.) Il y a très longtemps, cette ferme en ruines était habitée par une famille de paysans. |
φακελάκι τσαγιούnom masculin (ουσιαστικό ουδέτερο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους.) Le sachet de thé est plus simple à utiliser que le thé en vrac. Τα φακελάκια τσαγιού είναι πιο εύκολα στη χρήση από το χύμα. Ο πάγκος της κουζίνας ήταν γεμάτος από παλιά φακελάκια τσαγιού και βρώμικες κούπες. |
κουτί τσαγιούnom féminin (ουσιαστικό ουδέτερο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους.) |
υπαίθριος χώρος σερβιρίσματος τσαγιούnom masculin (ουσιαστικό αρσενικό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα αρσενικού γένους.) |
φύλλο τσαγιούnom féminin (ουσιαστικό ουδέτερο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους.) Certains diseurs de bonne aventure lisent l'avenir dans les feuilles de thé. |
Ας μάθουμε Γαλλικά
Λοιπόν τώρα που γνωρίζετε περισσότερα σχετικά με την έννοια του thé στο Γαλλικά, μπορείτε να μάθετε πώς να τα χρησιμοποιείτε μέσω επιλεγμένων παραδειγμάτων και πώς να διαβάστε τις. Και θυμηθείτε να μάθετε τις σχετικές λέξεις που προτείνουμε. Ο ιστότοπός μας ενημερώνεται συνεχώς με νέες λέξεις και νέα παραδείγματα, ώστε να μπορείτε να αναζητήσετε τη σημασία άλλων λέξεων που δεν γνωρίζετε στο Γαλλικά.
Σχετικές λέξεις του thé
Ενημερωμένες λέξεις του Γαλλικά
Γνωρίζετε για το Γαλλικά
Γαλλικά (le français) είναι μια ρομανική γλώσσα. Όπως τα ιταλικά, τα πορτογαλικά και τα ισπανικά, προέρχεται από τα δημοφιλή λατινικά, που κάποτε χρησιμοποιήθηκαν στη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία. Ένα γαλλόφωνο άτομο ή χώρα μπορεί να ονομαστεί «γαλλόφωνος». Τα γαλλικά είναι η επίσημη γλώσσα σε 29 χώρες. Τα γαλλικά είναι η τέταρτη πιο ομιλούμενη μητρική γλώσσα στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Τα γαλλικά κατατάσσονται στην τρίτη θέση στην ΕΕ, μετά τα αγγλικά και τα γερμανικά, και είναι η δεύτερη πιο ευρέως διδασκόμενη γλώσσα μετά τα αγγλικά. Η πλειοψηφία του γαλλόφωνου πληθυσμού του κόσμου ζει στην Αφρική, με περίπου 141 εκατομμύρια Αφρικανούς από 34 χώρες και περιοχές που μπορούν να μιλούν γαλλικά ως πρώτη ή δεύτερη γλώσσα. Τα γαλλικά είναι η δεύτερη πιο ευρέως ομιλούμενη γλώσσα στον Καναδά, μετά τα αγγλικά, και οι δύο είναι επίσημες γλώσσες σε ομοσπονδιακό επίπεδο. Είναι η πρώτη γλώσσα 9,5 εκατομμυρίων ανθρώπων ή το 29% και η δεύτερη γλώσσα 2,07 εκατομμυρίων ανθρώπων ή το 6% του συνόλου του πληθυσμού του Καναδά. Σε αντίθεση με άλλες ηπείρους, τα γαλλικά δεν έχουν δημοτικότητα στην Ασία. Επί του παρόντος, καμία χώρα στην Ασία δεν αναγνωρίζει τα γαλλικά ως επίσημη γλώσσα.