Τι σημαίνει το sheer στο Αγγλικά;
Ποια είναι η σημασία της λέξης sheer στο Αγγλικά; Το άρθρο εξηγεί την πλήρη σημασία, την προφορά μαζί με δίγλωσσα παραδείγματα και οδηγίες για τον τρόπο χρήσης του sheer στο Αγγλικά.
Η λέξη sheer στο Αγγλικά σημαίνει απολύτως, εντελώς, αγνός, καθαρός, μόνο, λεπτός, διάφανος, απότομος, απόκρημνος, κατακόρυφα, κάθετα, εντελώς, στρίβω, ληστεία, κλοπή. Για να μάθετε περισσότερα, δείτε τις λεπτομέρειες παρακάτω.
Σημασία της λέξης sheer
απολύτως, εντελώςadjective (utter) (επίρρημα: Περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. τρέχω γρήγορα, μιλάω ακατάπαυστακλπ.) That idea is sheer genius! Η ιδέα είναι απολύτως μεγαλοφυής! |
αγνός, καθαρόςadjective (pure) (επίθετο: Περιγράφει το ουσιαστικό που συνοδεύει, π.χ.ψηλός άντρας, καλός καιρός κλπ, και αλλάζει ανάλογα με το γένος, π.χ.καλός, καλή, καλό) The children squealed with sheer joy at being sprayed with water. ⓘΑυτή η πρόταση δεν είναι μετάφραση της αγγλικής πρότασης. Τα μάτια της φωτίστηκαν από αισθήματα αγνής χαράς όταν άκουσε τα νέα. |
μόνοadjective (alone, by itself) (επίρρημα: Περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. τρέχω γρήγορα, μιλάω ακατάπαυστακλπ.) The sheer number of applicants for this job shows how serious a problem we have with unemployment. Ο αριθμός των αιτήσεων γι' αυτή τη δουλειά δείχνει από μόνος του πόσο σοβαρό πρόβλημα υπάρχει με την ανεργία. |
λεπτός, διάφανοςadjective (fabric: fine, thin) (επίθετο: Περιγράφει το ουσιαστικό που συνοδεύει, π.χ.ψηλός άντρας, καλός καιρός κλπ, και αλλάζει ανάλογα με το γένος, π.χ.καλός, καλή, καλό) The sheer curtain did not provide any privacy. Η διάφανη κουρτίνα δεν εξασφάλιζε καθόλου απομόνωση. |
απότομος, απόκρημνοςadjective (cliff: steep, vertical) (επίθετο: Περιγράφει το ουσιαστικό που συνοδεύει, π.χ.ψηλός άντρας, καλός καιρός κλπ, και αλλάζει ανάλογα με το γένος, π.χ.καλός, καλή, καλό) Standing at the foot of the sheer cliff face, Mark wondered how he would ever get to the top. Καθώς στεκόταν στους πρόποδες του απότομου γκρεμού ο Μαρκ αναρωτιόταν πώς θα έφτανε στην κορυφή. |
κατακόρυφα, κάθεταadverb (vertically) (επίρρημα: Περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. τρέχω γρήγορα, μιλάω ακατάπαυστακλπ.) The grey cliffs rise sheer from the blue water to a height of about a thousand feet. |
εντελώςadverb (completely) (επίρρημα: Περιγράφει το ρήμα που συνοδεύει, π.χ. τρέχω γρήγορα, μιλάω ακατάπαυστακλπ.) A few minutes later they flew sheer into a thick bank of clouds and were nearly lost. |
στρίβωintransitive verb (nautical: change course) (ρήμα αμετάβατο: Δεν συνδυάζεται με αντικείμενο, π.χ. κοιμάμαι, διψάω, πεινάωκλπ.) The boat sheered to starboard. |
ληστεία, κλοπήnoun (figurative, informal (excessively high price) (μεταφορικά) (ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.) Twenty pounds for that? That's daylight robbery! Είκοσι λίρες γι' αυτό; Αυτό είναι σκέτη κλεψιά! |
Ας μάθουμε Αγγλικά
Λοιπόν τώρα που γνωρίζετε περισσότερα σχετικά με την έννοια του sheer στο Αγγλικά, μπορείτε να μάθετε πώς να τα χρησιμοποιείτε μέσω επιλεγμένων παραδειγμάτων και πώς να διαβάστε τις. Και θυμηθείτε να μάθετε τις σχετικές λέξεις που προτείνουμε. Ο ιστότοπός μας ενημερώνεται συνεχώς με νέες λέξεις και νέα παραδείγματα, ώστε να μπορείτε να αναζητήσετε τη σημασία άλλων λέξεων που δεν γνωρίζετε στο Αγγλικά.
Σχετικές λέξεις του sheer
Συνώνυμα
Ενημερωμένες λέξεις του Αγγλικά
Γνωρίζετε για το Αγγλικά
Τα αγγλικά προέρχονται από γερμανικές φυλές που μετανάστευσαν στην Αγγλία και έχουν εξελιχθεί σε μια περίοδο άνω των 1.400 ετών. Τα αγγλικά είναι η τρίτη πιο ομιλούμενη γλώσσα στον κόσμο, μετά τα κινέζικα και τα ισπανικά. Είναι η πιο μαθημένη δεύτερη γλώσσα και η επίσημη γλώσσα σχεδόν 60 κυρίαρχων χωρών. Αυτή η γλώσσα έχει μεγαλύτερο αριθμό ομιλητών ως δεύτερη και ξένη γλώσσα από τους μητρικούς ομιλητές. Τα αγγλικά είναι επίσης η επίσημη γλώσσα των Ηνωμένων Εθνών, της Ευρωπαϊκής Ένωσης και πολλών άλλων διεθνών και περιφερειακούς οργανισμούς. Σήμερα, οι αγγλόφωνοι σε όλο τον κόσμο μπορούν να επικοινωνούν με σχετική ευκολία.