Τι σημαίνει το presentarse στο ισπανικά;

Ποια είναι η σημασία της λέξης presentarse στο ισπανικά; Το άρθρο εξηγεί την πλήρη σημασία, την προφορά μαζί με δίγλωσσα παραδείγματα και οδηγίες για τον τρόπο χρήσης του presentarse στο ισπανικά.

Η λέξη presentarse στο ισπανικά σημαίνει παρουσιάζω, κάνω εισαγωγή, συστήνω, συστήνω, παρουσιάζω, παρουσιάζω, προσκομίζω, υποβάλλω, παρουσιάζω, παρουσιάζω, λανσάρω, συστήνω κπ στους γονείς, γνωρίζω κπ στους γονείς, προτείνω, ανεβάζω στη σκηνή, εκθέτω, ανεβάζω, γνωρίζω, προβάλλω, προβάλλω, ρίχνω, πετάω, κάνω, παρουσιάζω, παρουσιάζω, παρατάσσω, υποβάλλω, καταθέτω, προτείνω, προσφέρω, προλογίζω, παρουσιάζω, προβάλλω, δείχνω, παρουσιάζω, παρουσιάζω, παρουσιάζομαι, εμφανίζομαι, παρουσιάζω, υποβάλλω, παράγω, δημιουργώ, υποβάλλω, υποβάλλω, συστήνω, γνωρίζω, απονέμω, επαναϋποβάλω, προτείνω, αποτυπώνω, σκιαγραφώ, συμπαρουσιάζω, διαστρεβλώνω, στρεβλώνω, αμοιβή για σύσταση, υποστηρίζω, παραπονούμαι επισήμως, κάνω παράπονο, υπερασπίζομαι, επιχειρηματολογώ, υποστηρίζω, επωμίζομαι το βάρος της αποδείξεως, υποβάλλω αγωγή για αποζημίωση, πλειοδοτώ, κάνω κτ σειρά, υποβάλλω μήνυση, απαγγέλλω κατηγορία, εξοικειώνω, κάνω μια πρόταση, τιμώ, απαγγέλλω κατηγορίες κατά κπ, ασκώ δίωξη, υποβάλλω παραίτηση, αιτούμαι, κατηγορώ, συμπαρουσιάζω, προβάλλω, υποβάλλω, ρίχνω κτ σε κπ, πετάω κτ σε κπ, κατεβάζω υποψήφιο, δείχνω, παρουσιάζω, φιλοξενώ την αβάν πρεμιέρ, βάζω κτ να συμμετάσχει, αναφέρω διαρκώς κτ/κπ. Για να μάθετε περισσότερα, δείτε τις λεπτομέρειες παρακάτω.

Ακούστε την προφορά

Σημασία της λέξης presentarse

παρουσιάζω

verbo transitivo (ιδέα)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Permítame presentar mi teoría.
Επιτρέψτε μου να σας παρουσιάσω τη θεωρία μου.

κάνω εισαγωγή

verbo transitivo

(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.)
El presentó el tema con un poco de trasfondo histórico.
Έκανε την εισαγωγή στο θέμα με κάποια ιστορικά στοιχεία.

συστήνω

verbo transitivo

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Papá, te presento a mi jefe, el señor Smith.
Μπαμπά, επίτρεψέ μου να σου συστήσω το αφεντικό μου, τον κύριο Σμιθ.

συστήνω

verbo transitivo (κάποιον σε κάποιον)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Gobernador, permítame que le presente al señor Johnson.
ⓘEsta oración no es una traducción de la original. Κύριε Κυβερνήτη, να σας συστήσω τον κύριο Τζόνσον;

παρουσιάζω

verbo transitivo

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Y ahora le presentamos, ¡nuestro musical!

παρουσιάζω

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Presentó a sus compañeros su plan para incrementar las ventas.

προσκομίζω

(ES)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
El vendedor presenta su factura cada semana.

υποβάλλω

verbo transitivo

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
El fiscal presentó cargos por agresión.

παρουσιάζω

verbo transitivo (κάτι σε κάποιον)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Él presentó su plan para incrementar las ventas a sus compañeros de trabajo.

παρουσιάζω

verbo transitivo (κάτι σε κάποιον)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Estamos orgullosos de presentarlos "Hamlet" esta noche.

λανσάρω

(καθομιλουμένη, ζαργκόν)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
La compañía lanzó el nuevo modelo de coche en octubre.

συστήνω κπ στους γονείς, γνωρίζω κπ στους γονείς

verbo transitivo

(έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.)
Estamos nerviosos porque esta noche nos presenta a su novio.
Είμαστε αγχωμένοι, γιατί θα μας γνωρίσει τον φίλο της απόψε.

προτείνω

verbo transitivo

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Le presenté una idea a mi jefe para su consideración.
ⓘEsta oración no es una traducción de la original. Εγώ σας έχω υποβάλει τις προτάσεις μου και αναμένω τις δικές σας ενέργειες.

ανεβάζω στη σκηνή

verbo transitivo (en escena)

(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.)
Era el momento de presentar el nuevo acto.
Ήρθε η ώρα να ανέβει η επόμενη πράξη επί σκηνής.

εκθέτω

verbo transitivo

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)

ανεβάζω

(θεατρικό, παράσταση)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Están presentando una obra de Hamlet en el teatro local.
Ανεβάζουν μια παραγωγή του «Άμλετ» στη θεατρική σκηνή της περιοχής.

γνωρίζω

(cambio de sujeto)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Me gustaría presentarte a mi amigo James.
Θα ήθελα να σου συστήσω (or: γνωρίσω) τον φίλο μου, τον Τζέιμς.

προβάλλω

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
El teatro local está presentando "Salomé" en este momento.
Το τοπικό σινεμά παίζει τη «Σαλώμη».

προβάλλω

verbo transitivo

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
En su edición de julio, la revista presenta los 10 mejores restaurantes de Gran Bretaña.
Το περιοδικό παρουσιάζει τα δέκα καλύτερα εστιατόρια της Βρετανίας στο τεύχος του Ιουλίου.

ρίχνω, πετάω

(καθομ, μεταφορικά)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Agnes presentó la idea de trabajar cuatro días a la semana y cerrar la oficina los viernes, pero a su jefa no le entusiasmaba.

κάνω

verbo transitivo (πρόταση)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Tengo una propuesta que te quiero presentar.
Θα ήθελα να σου προτείνω κάτι.

παρουσιάζω

verbo transitivo

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
La fiscalía quiere presentar la nota de rescate como evidencia.
Η εισαγγελία επιθυμεί να παρουσιάσει την απαίτηση για λύτρα ως αποδεικτικό στοιχείο.

παρουσιάζω

verbo transitivo (εκπομπή)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Della está presentando las noticias de la tarde ahora mismo en la radio.

παρατάσσω

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
La costurera presentó las telas coloridas ante su cliente.

υποβάλλω, καταθέτω

(demanda) (επίσημο)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
El trabajador presentó una demanda formal contra su compañía.

προτείνω

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
El profesor propuso una nueva teoría física.

προσφέρω

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)

προλογίζω

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Prologó su discurso con unas palabras de agradecimiento para los organizadores.

παρουσιάζω, προβάλλω

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
La muestra exhibirá el trabajo de artistas locales.
Στην έκθεση θα παρουσιαστεί το έργο ντόπιων καλλιτεχνών.

δείχνω, παρουσιάζω

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
El nuevo modelo de este ordenador incluye más memoria y un procesador más rápido.
Το νέο μοντέλο του υπολογιστή διαθέτει μεγαλύτερη μνήμη και πιο γρήγορο επεξεργαστή.

παρουσιάζω

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
La describió como a una santa.

παρουσιάζομαι, εμφανίζομαι

(ως κάτι)

(ρήμα αμετάβατο: Δεν συνδυάζεται με αντικείμενο, π.χ. κοιμάμαι, διψάω, πεινάωκλπ.)
Larry se presenta a sí mismo como un experto.
Ο Λάρυ παρουσιάζει τον εαυτό του ως ειδικό.

παρουσιάζω

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Él mostraba todos los síntomas de una depresión.
Παρουσίαζε όλα τα συμπτώματα της κατάθλιψης.

υποβάλλω

(demanda)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Tina interpuso una queja en el departamento de recursos humanos.

παράγω, δημιουργώ

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Con esfuerzo lograron llevar adelante el proyecto soñado.

υποβάλλω

verbo transitivo

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Envíe su solicitud de admisión antes de la fecha límite.
Πρέπει να υποβάλεις την αίτησή σου για εισαγωγή πριν τη λήξη της προθεσμίας.

υποβάλλω

(demanda) (μήνυση, αγωγή)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Ella puso una demanda contra su patrón.

συστήνω, γνωρίζω

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Permítanme presentarle a mi amigo Esteban.
Επιτρέψτε μου να σας παρουσιάσω τον φίλο μου Στίβεν.

απονέμω

(κάτι σε κάποιον)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Es un gran placer presentarle esta condecoración.
Με μεγάλη μου χαρά σας απονέμω αυτό το βραβείο.

επαναϋποβάλω

(expediente)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)

προτείνω, αποτυπώνω, σκιαγραφώ

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)

συμπαρουσιάζω

(κάτι με κάποιον)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)

διαστρεβλώνω, στρεβλώνω

(figurado)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
El informe sesgó la información para que pareciese más favorable a la ideología del partido.

αμοιβή για σύσταση

(φράση ως ουσιαστικό θηλυκό: Σύνολο λέξεων που αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους, π.χ. καθηγήτρια φυσικής αγωγής, διευθύντρια γυμνασίου κλπ.)

υποστηρίζω

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Bill Gates expuso sus argumentos para aumentar la ayuda al extranjero.

παραπονούμαι επισήμως

(έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.)
Voy a presentar un reclamo contra mi abogado por su incompetencia.
Θα παραπονεθώ επισήμως για την ανικανότητα του δικηγόρου μου. Θέλω να παραπονεθώ επισήμως για την εξυπηρέτηση των πελατών σας.

κάνω παράπονο

(επισήμως)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Si quiere presentar una queja sobre el sitio web, por favor contáctese con servicio al cliente.

υπερασπίζομαι, επιχειρηματολογώ, υποστηρίζω

locución verbal

(ρήμα αμετάβατο: Δεν συνδυάζεται με αντικείμενο, π.χ. κοιμάμαι, διψάω, πεινάωκλπ.)
El reporte presenta el argumento de que las políticas actuales son inadecuadas.

επωμίζομαι το βάρος της αποδείξεως

verbo transitivo

(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.)
El fiscal debe presentar las pruebas, no el defensor.

υποβάλλω αγωγή για αποζημίωση

(έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.)

πλειοδοτώ

(ρήμα αμετάβατο: Δεν συνδυάζεται με αντικείμενο, π.χ. κοιμάμαι, διψάω, πεινάωκλπ.)
Fernando pujó más que sus competidores en la subasta.

κάνω κτ σειρά

(τηλεόραση)

(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.)
La novela fue presentada en episodios en una revista.

υποβάλλω μήνυση

locución verbal

(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.)
La actriz reaccionó con enojo al artículo de la revista y amenazó con presentar cargos.

απαγγέλλω κατηγορία

locución verbal

εξοικειώνω

(κάποιον με κάτι)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Una vez que Mark hubo presentado el programa de computadora a su asistente, ella pudo empezar a trabajar sola.

κάνω μια πρόταση

locución verbal

(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.)
Presentó una moción (or: propuso una moción) para aplazar la reunión.

τιμώ

locución verbal

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Fue al funeral a presentarle sus respetos a su amada maestra.

απαγγέλλω κατηγορίες κατά κπ

locución verbal

(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.)

ασκώ δίωξη

(σε κάποιον)

(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.)
La compañía minera presentó cargos contra los huelguistas.

υποβάλλω παραίτηση

locución verbal

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Presentó la renuncia porque estaba harto de que lo trataran como un esclavo.
Υπέβαλε παραίτηση επειδή κουράστηκε να τον μεταχειρίζονται σαν σκλάβο.

αιτούμαι

(επίσημο: κάτι)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Deberías presentar una demanda por una orden de protección.
Πρέπει να ζητήσεις εντολή προστασίας από το δικαστήριο.

κατηγορώ

locución verbal

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)

συμπαρουσιάζω

(κάτι με κάποιον)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)

προβάλλω

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
La revista la presentaba a ella en la portada.
Το περιοδικό την πρόβαλε στην πρώτη σελίδα.

υποβάλλω

locución verbal (respeto) (τα σέβη μου σε κάποιον)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Él le presentó sus respetos al rey.
Υπέβαλε τα σέβη του στο βασιλιά.

ρίχνω κτ σε κπ, πετάω κτ σε κπ

(καθομ, μεταφορικά)

Ron se dirigió a su jefe para presentarle una idea, pero nunca le concertaron una reunión.
Ο Ρον πήγε στον προϊστάμενό του για να του πετάξει μια ιδέα, αλλά δεν του έκλεισαν ραντεβού.

κατεβάζω υποψήφιο

(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.)
El partido quería postularla para el puesto en el senado.
Το κόμμα ήθελε να την κατεβάσει υποψήφια για μια θέση στη γερουσία.

δείχνω, παρουσιάζω

(κάτι σε κάποιον)

(ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.)
Les presentó las estadísticas para probar su argumento.

φιλοξενώ την αβάν πρεμιέρ

locución verbal (με γενική)

(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.)
El cine local está presentando esta noche un avance de la última película de George Clooney.

βάζω κτ να συμμετάσχει

(en un concurso) (σε καλλιστεία ζώων)

(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.)
David va a presentar a su oveja en la feria de este año.

αναφέρω διαρκώς κτ/κπ

Ας μάθουμε ισπανικά

Λοιπόν τώρα που γνωρίζετε περισσότερα σχετικά με την έννοια του presentarse στο ισπανικά, μπορείτε να μάθετε πώς να τα χρησιμοποιείτε μέσω επιλεγμένων παραδειγμάτων και πώς να διαβάστε τις. Και θυμηθείτε να μάθετε τις σχετικές λέξεις που προτείνουμε. Ο ιστότοπός μας ενημερώνεται συνεχώς με νέες λέξεις και νέα παραδείγματα, ώστε να μπορείτε να αναζητήσετε τη σημασία άλλων λέξεων που δεν γνωρίζετε στο ισπανικά.

Σχετικές λέξεις του presentarse

Γνωρίζετε για το ισπανικά

Τα ισπανικά (español), επίσης γνωστή ως Castilla, είναι μια γλώσσα της ιβηρορομανικής ομάδας των ρομανικών γλωσσών και η 4η πιο κοινή γλώσσα στον κόσμο σύμφωνα με ορισμένες πηγές, ενώ άλλες την αναφέρουν ως 2η ή 3η πιο κοινή γλώσσα. Είναι η μητρική γλώσσα περίπου 352 εκατομμυρίων ανθρώπων και ομιλείται από 417 εκατομμύρια άτομα όταν προσθέτουμε τους ομιλητές της ως γλώσσα. δευτερεύουσα (εκτιμάται το 1999). Τα ισπανικά και τα πορτογαλικά έχουν πολύ παρόμοια γραμματική και λεξιλόγιο· Ο αριθμός παρόμοιου λεξιλογίου αυτών των δύο γλωσσών είναι έως και 89%. Τα ισπανικά είναι η κύρια γλώσσα 20 χωρών σε όλο τον κόσμο. Υπολογίζεται ότι ο συνολικός αριθμός των ομιλητών της Ισπανικής είναι μεταξύ 470 και 500 εκατομμύρια, καθιστώντας τα δεύτερη πιο ευρέως ομιλούμενη γλώσσα στον κόσμο ως προς τον αριθμό των φυσικών ομιλητών.