Τι σημαίνει το pan στο ισπανικά;
Ποια είναι η σημασία της λέξης pan στο ισπανικά; Το άρθρο εξηγεί την πλήρη σημασία, την προφορά μαζί με δίγλωσσα παραδείγματα και οδηγίες για τον τρόπο χρήσης του pan στο ισπανικά.
Η λέξη pan στο ισπανικά σημαίνει ψωμί, τροφή, Πάνας, τροφή, παν-, ψωμάκι, φρυγανισμένο ψωμί, φραντζόλα, περίπατος, ψωμιέρα, κροκέτα, παιχνιδάκι, παιχνιδάκι, ψωμάκι με αποξηραμένα φρούτα, καθημερινός, πανεύκολος, Στην αναβροχιά, καλό και το χαλάζι., παιχνιδάκι, παιχνιδάκι, επιφάνεια κοπής, μπισκότο με πιπερόριζα/τζίντζερ, παμπερνίκελ, παιχνίδι, παιχνιδάκι, καλαμποκόψωμο, σάντουιτς, ματσά, καλαμποκόψωμο, παξιμάδι, ψωμί της μέλισσας, πανεύκολος, Δεν υπάρχει αντίστοιχος όρος., περίπατος, πίτα, λευκό ψωμί, άσπρο ψωμί, πλάκα σαπούνι, ψωμί με βούτυρο, αλεύρι για ψωμί, μαχαίρι για ψωμί, πουτίγκα ψωμιού, εύκολη δουλειά, σκορδόψωμο, μπισκότο σε σχήμα ανθρώπου, λεπτό φύλλο χρυσού, λεπτό φύλλο χρυσού, είδος ατομικού ψωμιού, φρατζόλα ψωμί, ψωμί με ξηρούς καρπούς, μπαγκέτα, αυγοφέτα, Πίτερ Παν, ψωμί με σταφίδες, χριστουγεννιάτικο κέϊκ, καλαμποκίσιο ψωμί, κριθαρόψωμο, παιχνιδάκι, ψωμί από φούρνο, είδος βρετανικής πουτίγκας, κύριος εισοδηματίας, ουρά για συσίτιο, αρτοπαρασκευαστής, μάφιν καλομποκιού, κεκάκι καλαμποκιού, καθημερινότητα, μπαγκέτα, ψωμάκι για χάμπουργκερ, ψωμί με μυρωδικά, ψωμί με βότανα, φόρμα, ψωμί του τοστ, εύκολο, ψωμί σόδας, ψωμί με σόδα, μαύρο ψωμί, κώνος ζάχαρης, σταρένιο ψωμί, monkey bread, τα προς το ζην, λέω τα σύκα-σύκα και τη σκάφη-σκάφη, στηρίζω την οικογένεια, βιάζομαι να αποκτήσω κάτι, ψωμί σικάλεως, παιχνιδάκι, χοντρή φέτα ψωμιού, πανεύκολος, για μικρά παιδιά, ψωμί με ξηρούς καρπούς, Πίτερ Παν, παιχνιδάκι, άρτος της ζωής, αρτόκαρπος, πανεύκολος, από μπισκότο με πιπερόριζα/τζίντζερ, κραμπλ, τριμμένη φρυγανιά, τρώω, συντρώω, βγάζω τα προς το ζην, κερδίζω τα προς το ζην, βασικός, κύριος, παιχνιδάκι. Για να μάθετε περισσότερα, δείτε τις λεπτομέρειες παρακάτω.
Σημασία της λέξης pan
ψωμίnombre masculino (τροφή) (ουσιαστικό ουδέτερο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους.) No puedes hacer un emparedado sin pan. ⓘEsta oración no es una traducción de la original. Ο πατέρας μου δουλεύει σε ένα πρατήριο άρτου. |
τροφή(general) (ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.) Son tan pobres que no pueden comprar ni ropa ni alimento. ⓘEsta oración no es una traducción de la original. Έψαχνε απεγνωσμένα μια δουλειά, γιατί δεν είχε λεφτά ούτε για το ψωμί των παιδιών του. |
Πάναςnombre propio masculino (dios griego) Pan era el dios griego de los pastos, los rebaños y los bosques. Ο Πάνας ήταν ο Έλληνας θεός των βοσκότοπων, των κοπαδιών και των δασών. |
τροφήnombre masculino (sustento) (ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.) Ganarás el pan con el sudor de tu frente. (Gen. 3, 19) |
παν-prefijo Cenamos en un restaurante panasiático. |
ψωμάκι
(ουσιαστικό ουδέτερο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους.) ¿Quieres tu hamburguesa en un panecillo? |
φρυγανισμένο ψωμί
¿Te gustaría acompañar tu desayuno con unas tostadas? Θέλεις λίγο φρυγανισμένο ψωμί με το πρωινό σου; Θα ήθελα δυο φέτες φρυγανισμένο ψωμί, παρακαλώ. |
φραντζόλα
(ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.) El panadero amasó el pan en forma de hogaza. Ο φούρναρης έφτιαξε μια φραντζόλα ψωμί από το ζυμάρι. |
περίπατος(victoria fácil) (μεταφορικά) (ουσιαστικό αρσενικό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα αρσενικού γένους.) |
ψωμιέρα
(ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.) |
κροκέτα
(ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.) |
παιχνιδάκι(coloquial, figurado) (μεταφορικά) (ουσιαστικό ουδέτερο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους.) El concurso de comer pasteles fue una papa para Jake, que ya había ganado varios de esos concursos. |
παιχνιδάκι(figurado) (μεταφορικά, καθομ) (ουσιαστικό ουδέτερο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους.) |
ψωμάκι με αποξηραμένα φρούτα
(β' συνθετικό: Βρίσκεται στην τέλος μια λέξης και σε οριμένες περιπτώσης φανερώνει το νόημα αυτής, π.χ. υψηλόβαθμος, χαμηλόβαθμοςκλπ.) Los bollos con mantequilla son buenos para desayunar. |
καθημερινός
(επίθετο: Περιγράφει το ουσιαστικό που συνοδεύει, π.χ.ψηλός άντρας, καλός καιρός κλπ, και αλλάζει ανάλογα με το γένος, π.χ.καλός, καλή, καλό) Los accidentes de tráfico son el pan de cada día en esta carretera. Είναι συνηθισμένο φαινόμενο τα δυστυχήματα σ’ αυτόν τον δρόμο. |
πανεύκολος
(επίθετο: Περιγράφει το ουσιαστικό που συνοδεύει, π.χ.ψηλός άντρας, καλός καιρός κλπ, και αλλάζει ανάλογα με το γένος, π.χ.καλός, καλή, καλό) Después de hacerlo un par de veces, es pan comido. |
Στην αναβροχιά, καλό και το χαλάζι.(καθομιλουμένη) (έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.) |
παιχνιδάκι(ES, coloquial) (καθομιλουμένη, μτφ) (ουσιαστικό σε θέση επιθέτου: Ουσιαστικό που χρησιμοποιείται ως επίθετο, π.χ. είμαι χώμα από την κούραση κλπ.) No creo que el problema de aritmética sea difícil. Está chupado. Δε νομίζω πως αυτό το πρόβλημα στα μαθηματικά είναι δύσκολο. Είναι παιχνιδάκι! |
παιχνιδάκι(μεταφορικά) (ουσιαστικό ουδέτερο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους.) |
επιφάνεια κοπήςlocución nominal femenina (φράση ως ουσιαστικό θηλυκό: Σύνολο λέξεων που αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους, π.χ. καθηγήτρια φυσικής αγωγής, διευθύντρια γυμνασίου κλπ.) Por favor córtalo sobre la tabla para cortar el pan o dañarás la mesada. |
μπισκότο με πιπερόριζα/τζίντζερ(galleta, pastelito) (έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.) En la cena de Navidad, de postre comimos pan de jengibre con té especiado. |
παμπερνίκελ
(ουσιαστικό ουδέτερο άκλιτο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους και δεν κλίνεται, π.χ. σάντουιτς, κομπιούτερ κλπ. Συχνά είναι ξενικής προέλευσης.) Por favor, andá a la panadería y comprá pan integral de centeno. |
παιχνίδι, παιχνιδάκι(μεταφορικά, καθομιλουμένη) (ουσιαστικό ουδέτερο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους.) |
καλαμποκόψωμο
(ουσιαστικό ουδέτερο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους.) |
σάντουιτς
(β' συνθετικό: Βρίσκεται στην τέλος μια λέξης και σε οριμένες περιπτώσης φανερώνει το νόημα αυτής, π.χ. υψηλόβαθμος, χαμηλόβαθμοςκλπ.) |
ματσά
|
καλαμποκόψωμο
(ουσιαστικό ουδέτερο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους.) |
παξιμάδι
(ουσιαστικό ουδέτερο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους.) |
ψωμί της μέλισσαςlocución nominal masculina (mezcla de polen y miel) (καθομιλουμένη) (φράση ως ουσιαστικό ουδέτερο: Σύνολο λέξεων που αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους, π.χ. ανώτατο εκπαιδευτικό ίδρυμα, απολυτήριο λυκείου κλπ.) |
πανεύκολος(figurado, con verbo ser) (επίθετο: Περιγράφει το ουσιαστικό που συνοδεύει, π.χ.ψηλός άντρας, καλός καιρός κλπ, και αλλάζει ανάλογα με το γένος, π.χ.καλός, καλή, καλό) Jenna se sorprendió al darse cuenta de que el examen de mate era pan comido. |
Δεν υπάρχει αντίστοιχος όρος.
(β' συνθετικό: Βρίσκεται στην τέλος μια λέξης και σε οριμένες περιπτώσης φανερώνει το νόημα αυτής, π.χ. υψηλόβαθμος, χαμηλόβαθμοςκλπ.) |
περίπατος(μτφ: εύκολη νίκη) (ουσιαστικό αρσενικό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα αρσενικού γένους.) |
πίτα(pita, arepa, torta) (είδος ψωμιού) (ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.) |
λευκό ψωμί, άσπρο ψωμίlocución nominal masculina El pan de salvado es más nutritivo que el pan blanco. |
πλάκα σαπούνι
(ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.) |
ψωμί με βούτυρο
(ουσιαστικό ουδέτερο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους.) Para desayunar no hay nada mejor que un vaso de leche y pan con mantequilla. |
αλεύρι για ψωμίnombre femenino (ουσιαστικό ουδέτερο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους.) |
μαχαίρι για ψωμίnombre masculino (ουσιαστικό ουδέτερο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους.) |
πουτίγκα ψωμιούnombre masculino (ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.) |
εύκολη δουλειά(μεταφορικά) (έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.) Terminé el crucigrama muy rápido; fue un juego de niños. |
σκορδόψωμοlocución nominal masculina (ουσιαστικό ουδέτερο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους.) Los restaurantes italianos a veces sirven pan de ajo con las pastas. |
μπισκότο σε σχήμα ανθρώπουlocución nominal masculina (ουσιαστικό ουδέτερο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους.) Hay un cuento de hadas sobre un hombre de pan de jengibre que se escapa de la panadería. |
λεπτό φύλλο χρυσούnombre masculino (ουσιαστικό ουδέτερο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους.) |
λεπτό φύλλο χρυσού
(ουσιαστικό ουδέτερο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους.) Parece oro sólido pero es sólo yeso cubierto con un baño de oro. |
είδος ατομικού ψωμιούlocución nominal masculina (β' συνθετικό: Βρίσκεται στην τέλος μια λέξης και σε οριμένες περιπτώσης φανερώνει το νόημα αυτής, π.χ. υψηλόβαθμος, χαμηλόβαθμοςκλπ.) El pan vienés es popular en los Estados Unidos y en Canadá. |
φρατζόλα ψωμί(ES) (έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.) Corté en rebanadas la barra de pan para hacer tostadas para el desayuno. William compró una barra de pan en la tienda. Έκοψα τη φρατζόλα του ψωμιού για να το φρυγανίσω για το πρωινό. Ο Ουίλιαμ αγόρασε μια φρατζόλα ψωμί από το σούπερ μάρκετ. |
ψωμί με ξηρούς καρπούς
(έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.) Me encanta el pan de nueces en el desayuno. |
μπαγκέταlocución nominal masculina (ψωμιού) (ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.) Por favor, ¿me da un kilo de pan francés? |
αυγοφέτα
(ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.) Me encantan las tostadas francesas con canela y yogur de vainilla. ⓘEsta oración no es una traducción de la original. Για να σε περιποιηθώ, θα σου φτιάξω για πρωινό αυγοφέτες πασπαλισμένες με κανέλα. |
Πίτερ Πανnombre propio masculino Peter Pan es el personaje principal de la novela de JM Barrie's del mismo nombre. Ο Πίτερ Παν ήταν ο κεντρικός χαρακτήρας στο διάσημο ομώνυμο μυθιστόρημα του Τζ. Μ. Μπάρι. |
ψωμί με σταφίδες
(ουσιαστικό ουδέτερο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους.) A Sally le gusta comer un par de rebanadas de pan de pasas en el desayuno. |
χριστουγεννιάτικο κέϊκlocución nominal masculina (CL) (ουσιαστικό ουδέτερο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους.) |
καλαμποκίσιο ψωμίnombre masculino (ουσιαστικό ουδέτερο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους.) |
κριθαρόψωμοlocución nominal masculina (ουσιαστικό ουδέτερο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους.) El pan de centeno suele ser más pesado que el de trigo. |
παιχνιδάκι(coloquial, figurado) (μτφ: πολύ εύκολο) (ουσιαστικό σε θέση επιθέτου: Ουσιαστικό που χρησιμοποιείται ως επίθετο, π.χ. είμαι χώμα από την κούραση κλπ.) La nueva instalación del software fue pan comido, ¡ningún problema! |
ψωμί από φούρνο
(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.) Abrieron una panadería en la que sólo venden pan artesanal. |
είδος βρετανικής πουτίγκας
(β' συνθετικό: Βρίσκεται στην τέλος μια λέξης και σε οριμένες περιπτώσης φανερώνει το νόημα αυτής, π.χ. υψηλόβαθμος, χαμηλόβαθμοςκλπ.) |
κύριος εισοδηματίας
|
ουρά για συσίτιο(figurado) (περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.) |
αρτοπαρασκευαστήςnombre femenino (ουσιαστικό αρσενικό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα αρσενικού γένους.) |
μάφιν καλομποκιού, κεκάκι καλαμποκιούlocución nominal masculina (MX) (περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.) El pan de elote es tradicional en la zona central del país. |
καθημερινότηταexpresión (coloquial) (ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.) Vivir con miedo a que te deporten es el pan de cada día de los trabajadores indocumentados. |
μπαγκέταlocución nominal femenina (ψωμί) (ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.) Una buena barra de pan tiene una corteza dura y una miga suave. |
ψωμάκι για χάμπουργκερ
(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.) Me encantan los bocadillos de pan de hamburguesa y jamón. |
ψωμί με μυρωδικά, ψωμί με βόταναlocución nominal masculina (Argentina) (φράση ως ουσιαστικό ουδέτερο: Σύνολο λέξεων που αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους, π.χ. ανώτατο εκπαιδευτικό ίδρυμα, απολυτήριο λυκείου κλπ.) El pan de hierbas estaba delicioso, pero tenía un color verdoso medio raro. |
φόρμα
(ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.) |
ψωμί του τοστ(AR) (φράση ως ουσιαστικό ουδέτερο: Σύνολο λέξεων που αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους, π.χ. ανώτατο εκπαιδευτικό ίδρυμα, απολυτήριο λυκείου κλπ.) |
εύκολο(figurado, coloquial) La mayoría de las personas contestan las preguntas más fáciles, es decir el pan comido, primero. |
ψωμί σόδας, ψωμί με σόδαlocución nominal masculina (φράση ως ουσιαστικό ουδέτερο: Σύνολο λέξεων που αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους, π.χ. ανώτατο εκπαιδευτικό ίδρυμα, απολυτήριο λυκείου κλπ.) |
μαύρο ψωμίlocución nominal masculina |
κώνος ζάχαρης
(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.) |
σταρένιο ψωμί
El pan de trigo se hace con harina refinada. |
monkey breadlocución nominal masculina (είδος γλυκού) (φράση ως ουσιαστικό ουδέτερο: Σύνολο λέξεων που αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους, π.χ. ανώτατο εκπαιδευτικό ίδρυμα, απολυτήριο λυκείου κλπ.) |
τα προς το ζην(figurado) (έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.) |
λέω τα σύκα-σύκα και τη σκάφη-σκάφη(figurado) (μεταφορικά) (έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.) Luis nunca tuvo problemas llamando a las cosas por su nombre. |
στηρίζω την οικογένειαlocución verbal (figurado) |
βιάζομαι να αποκτήσω κάτιexpresión (coloquial, figurado) (ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.) Las entradas se vendieron como pan caliente el mismo día en que se pusieron a la venta. |
ψωμί σικάλεως
(φράση ως ουσιαστικό ουδέτερο: Σύνολο λέξεων που αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους, π.χ. ανώτατο εκπαιδευτικό ίδρυμα, απολυτήριο λυκείου κλπ.) Quiero el pastrami en pan de centeno. Θα φάω παστράμι σε ψωμί σικάλεως. |
παιχνιδάκι(figurado) (μεταφορικά) (ουσιαστικό ουδέτερο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους.) No te preocupes, este examen será pan comido. |
χοντρή φέτα ψωμιού
(ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους.) El chico masticaba una rebanada gruesa de pan untada con mucha manteca. |
πανεύκολος, για μικρά παιδιάexpresión (figurado) (καθομιλουμένη) (έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.) Yo podría hacer eso fácilmente, ¡es pan comido! |
ψωμί με ξηρούς καρπούς
(έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.) |
Πίτερ Παν
(ουσιαστικό αρσενικό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα αρσενικού γένους.) Mi marido es un eterno adolescente y a veces me resulta muy inmaduro. ⓘEsta oración no es una traducción de la original. Ο Μάικλ Τζάκσον θεωρείται από πολλούς ότι ήταν ένας Πίτερ Παν. |
παιχνιδάκι(figurado) (μεταφορικά) (ουσιαστικό ουδέτερο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους.) El examen de ortografía fue pan comido, tuve todas las respuestas correctas. Το τεστ ορθογραφίας ήταν παιχνιδάκι· όλες μου οι απαντήσεις ήταν σωστές! |
άρτος της ζωήςlocución nominal masculina (θρησκεία: μεταφορικά) (περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.) Tú eres Señor el Pan de Vida. |
αρτόκαρποςlocución nominal masculina (δέντρο) (ουσιαστικό αρσενικό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα αρσενικού γένους.) |
πανεύκολος(figurado) (επίθετο: Περιγράφει το ουσιαστικό που συνοδεύει, π.χ.ψηλός άντρας, καλός καιρός κλπ, και αλλάζει ανάλογα με το γένος, π.χ.καλός, καλή, καλό) |
από μπισκότο με πιπερόριζα/τζίντζερlocución adjetiva (περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.) Antes de Navidad, nuestra familia siempre hace galletas de pan de jengibre. |
κραμπλlocución adjetiva (για γλυκό) (ουσιαστικό ουδέτερο άκλιτο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους και δεν κλίνεται, π.χ. σάντουιτς, κομπιούτερ κλπ. Συχνά είναι ξενικής προέλευσης.) Emma sirvió un pastel de manzana con una cubierta de pan rallado y canela. Η Έμμα σέρβιρε μηλόπιτα με ένα επικάλυψη κραμπλ με κανέλα. |
τριμμένη φρυγανιά
(φράση ως ουσιαστικό θηλυκό: Σύνολο λέξεων που αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα θηλυκού γένους, π.χ. καθηγήτρια φυσικής αγωγής, διευθύντρια γυμνασίου κλπ.) |
τρώω, συντρώωexpresión (figurado) (ρήμα μεταβατικό: Συνδυάζεται πάντα με αντικείμενο, π.χ. θέλω ένα μήλο, αγαπάω τα παιδιά μουκλπ.) En la olla popular cientos de personas comparten el pan de cada día para hacer frente a la crisis. |
βγάζω τα προς το ζην, κερδίζω τα προς το ζηνlocución verbal (coloquial, figurado) (έκφραση: Παγιωμένος συνδυασμός λέξεων, που κατά κανόνα χρησιμοποιείται αυτούσιος στον λόγο, π.χ. βρέχει καρεκλοπόδαρα, χαίρω άκρας υγείας κλπ.) No pudo conseguir un trabajo en teatro y se vio forzada a ganarse el pan haciendo publicidades de televisión. Δεν μπορούσε να βρει δουλειά στο θέατρο και για να βγάλει τα προς το ζην αναγκάστηκε να κάνει διαφημιστικά για την τηλεόραση. |
βασικός, κύριοςexpresión (ES, figurado) (μεταφορικά) (επίθετο: Περιγράφει το ουσιαστικό που συνοδεύει, π.χ.ψηλός άντρας, καλός καιρός κλπ, και αλλάζει ανάλογα με το γένος, π.χ.καλός, καλή, καλό) Saber inglés es el pan y la sal para conseguir un buen empleo. |
παιχνιδάκι(coloquial) (μεταφορικά: κάτι εύκολο) (ουσιαστικό ουδέτερο: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ουδέτερου γένους.) |
Ας μάθουμε ισπανικά
Λοιπόν τώρα που γνωρίζετε περισσότερα σχετικά με την έννοια του pan στο ισπανικά, μπορείτε να μάθετε πώς να τα χρησιμοποιείτε μέσω επιλεγμένων παραδειγμάτων και πώς να διαβάστε τις. Και θυμηθείτε να μάθετε τις σχετικές λέξεις που προτείνουμε. Ο ιστότοπός μας ενημερώνεται συνεχώς με νέες λέξεις και νέα παραδείγματα, ώστε να μπορείτε να αναζητήσετε τη σημασία άλλων λέξεων που δεν γνωρίζετε στο ισπανικά.
Σχετικές λέξεις του pan
Ενημερωμένες λέξεις του ισπανικά
Γνωρίζετε για το ισπανικά
Τα ισπανικά (español), επίσης γνωστή ως Castilla, είναι μια γλώσσα της ιβηρορομανικής ομάδας των ρομανικών γλωσσών και η 4η πιο κοινή γλώσσα στον κόσμο σύμφωνα με ορισμένες πηγές, ενώ άλλες την αναφέρουν ως 2η ή 3η πιο κοινή γλώσσα. Είναι η μητρική γλώσσα περίπου 352 εκατομμυρίων ανθρώπων και ομιλείται από 417 εκατομμύρια άτομα όταν προσθέτουμε τους ομιλητές της ως γλώσσα. δευτερεύουσα (εκτιμάται το 1999). Τα ισπανικά και τα πορτογαλικά έχουν πολύ παρόμοια γραμματική και λεξιλόγιο· Ο αριθμός παρόμοιου λεξιλογίου αυτών των δύο γλωσσών είναι έως και 89%. Τα ισπανικά είναι η κύρια γλώσσα 20 χωρών σε όλο τον κόσμο. Υπολογίζεται ότι ο συνολικός αριθμός των ομιλητών της Ισπανικής είναι μεταξύ 470 και 500 εκατομμύρια, καθιστώντας τα δεύτερη πιο ευρέως ομιλούμενη γλώσσα στον κόσμο ως προς τον αριθμό των φυσικών ομιλητών.