Τι σημαίνει το neighbour στο Αγγλικά;

Ποια είναι η σημασία της λέξης neighbour στο Αγγλικά; Το άρθρο εξηγεί την πλήρη σημασία, την προφορά μαζί με δίγλωσσα παραδείγματα και οδηγίες για τον τρόπο χρήσης του neighbour στο Αγγλικά.

Η λέξη neighbour στο Αγγλικά σημαίνει γείτονας, γειτόνισσα, διπλανός, γείτονας, γείτονα, γειτόνισσα, πλησίον, που βοηθάει το διπλανό του, διπλανός. Για να μάθετε περισσότερα, δείτε τις λεπτομέρειες παρακάτω.

Ακούστε την προφορά

Σημασία της λέξης neighbour

γείτονας, γειτόνισσα

noun (person who lives close by)

(ουσιαστικό αρσενικό, ουσιαστικό θηλυκό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα αρσενικού και θηλυκού γένους. Αναφέρονται αμφότερα καθώς ο ξενόγλωσσος όρος αναφέρεται και στα δύο γένη.)
We just moved here so we haven't met the neighbors yet.
Μόλις μετακομίσαμε και έτσι δεν έχουμε γνωρίσει ακόμη τους γείτονες.

διπλανός

noun (US, figurative (nearby counterpart)

(ουσιαστικοποιημένο επίθετο: Επίθετο που χρησιμοποιείται ως ουσιαστικό, π.χ. κάνε το καλό και ρίξτο στον γυαλό, οι πλούσιοι, κλπ.)
Do you mean the two-story yellow house or its neighbor?
Εννοείς το κίτρινο διώροφο σπίτι ή το δίπλα;

γείτονας

noun (nearby country) (μεταφορικά)

(ουσιαστικό αρσενικό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα αρσενικού γένους.)
Our country is in a good position with our friendly neighbors to the north and south.
Η χώρα μας έχει καλή σχέση με τις φιλικές γείτονες χώρες στον βορρά και τον νότο.

γείτονα, γειτόνισσα

interjection (US, figurative, informal (used as friendly greeting) (χαιρετισμός)

(επιφώνημα: Φανερώνει έντονο συναίσθημα όπως π.χ. έκπληξη, ενθουσιασμό, απογοήτευση, πόνο κλπ.)
Hey neighbor, what have you been up to?
Γεια σου γείτονα, τι κάνεις;

πλησίον

noun (Bible: fellow)

(ουσιαστικό αρσενικό: Αναφέρεται σε πρόσωπο, ζώο ή πράγμα αρσενικού γένους.)

που βοηθάει το διπλανό του

noun (helpful person)

(περίφραση: Συνδυασμός λέξεων που αποδίδει το νόημα του μεταφραζόμενου όρου, ο οποίος στον λόγο μπορεί να τροποποιηθεί κατάλληλα, π.χ. από την Αθήνα, που ακολουθεί κλπ.)
It is important to be a good neighbour and to recognize how we affect the community in which we live.
Είναι σημαντικό να βοηθάς τον διπλανό σου και να αναγνωρίζεις την επίδραση που έχει κάθε άνθρωπος στην κοινότητα που ζούμε.

διπλανός

noun (often plural (person: in next house, apartment)

(ουσιαστικοποιημένο επίθετο: Επίθετο που χρησιμοποιείται ως ουσιαστικό, π.χ. κάνε το καλό και ρίξτο στον γυαλό, οι πλούσιοι, κλπ.)
My next-door neighbor is always waking me up with his loud music.
Μονίμως ξυπνώ από τη δυνατή μουσική που βάζει ο δίπλα.

Ας μάθουμε Αγγλικά

Λοιπόν τώρα που γνωρίζετε περισσότερα σχετικά με την έννοια του neighbour στο Αγγλικά, μπορείτε να μάθετε πώς να τα χρησιμοποιείτε μέσω επιλεγμένων παραδειγμάτων και πώς να διαβάστε τις. Και θυμηθείτε να μάθετε τις σχετικές λέξεις που προτείνουμε. Ο ιστότοπός μας ενημερώνεται συνεχώς με νέες λέξεις και νέα παραδείγματα, ώστε να μπορείτε να αναζητήσετε τη σημασία άλλων λέξεων που δεν γνωρίζετε στο Αγγλικά.

Γνωρίζετε για το Αγγλικά

Τα αγγλικά προέρχονται από γερμανικές φυλές που μετανάστευσαν στην Αγγλία και έχουν εξελιχθεί σε μια περίοδο άνω των 1.400 ετών. Τα αγγλικά είναι η τρίτη πιο ομιλούμενη γλώσσα στον κόσμο, μετά τα κινέζικα και τα ισπανικά. Είναι η πιο μαθημένη δεύτερη γλώσσα και η επίσημη γλώσσα σχεδόν 60 κυρίαρχων χωρών. Αυτή η γλώσσα έχει μεγαλύτερο αριθμό ομιλητών ως δεύτερη και ξένη γλώσσα από τους μητρικούς ομιλητές. Τα αγγλικά είναι επίσης η επίσημη γλώσσα των Ηνωμένων Εθνών, της Ευρωπαϊκής Ένωσης και πολλών άλλων διεθνών και περιφερειακούς οργανισμούς. Σήμερα, οι αγγλόφωνοι σε όλο τον κόσμο μπορούν να επικοινωνούν με σχετική ευκολία.