Τι σημαίνει το verwaand στο Ολλανδικά;
Ποια είναι η σημασία της λέξης verwaand στο Ολλανδικά; Το άρθρο εξηγεί την πλήρη σημασία, την προφορά μαζί με δίγλωσσα παραδείγματα και οδηγίες για τον τρόπο χρήσης του verwaand στο Ολλανδικά.
Η λέξη verwaand στο Ολλανδικά σημαίνει ακατάδεκτος, αλαζόνας, υπερόπτης, ματαιόδοξος, υπερφίαλος, υπεροπτικός, αλαζονικός, ξιπασμένος, φαντασμένος, υπερόπτης, αλαζόνας, ακατάδεχτος, ψηλομύτης, ξιπασμένος, εξυπνάδα, αλαζόνας, υπερόπτης, άσεμνος, απρεπής, αναιδής, ματαιόδοξος, παραφουσκωμένος, αλαζόνας, απρεπής, θρασύς, παράτολμος, υπεράνω, αλαζόνας, ψωνισμένος, ξερόλας, εξυπνάκιας, τυχάρπαστος, φαφλατάς, λογάς. Για να μάθετε περισσότερα, δείτε τις λεπτομέρειες παρακάτω.
Σημασία της λέξης verwaand
ακατάδεκτος
|
αλαζόνας, υπερόπτης
Ο Όουεν είναι υπερόπτης και είναι δύσκολο να του μιλήσει κανείς. |
ματαιόδοξος
Ο Πολ είναι τόσο ματαιόδοξος. Πιστεύει ότι είναι καλύτερος από όλους τους άλλους. |
υπερφίαλος
|
υπεροπτικός, αλαζονικός
|
ξιπασμένος, φαντασμένος(ανεπ: υπερόπτης, αλαζόνας) |
υπερόπτης
|
αλαζόνας
|
ακατάδεχτος, ψηλομύτης, ξιπασμένος
|
εξυπνάδα(μεταφορικά) |
αλαζόνας, υπερόπτης
|
άσεμνος, απρεπής, αναιδής
|
ματαιόδοξος
|
παραφουσκωμένος(figuurlijk) (μεταφορικά, ανεπίσημο) |
αλαζόνας
|
απρεπής, θρασύς
|
παράτολμος
|
υπεράνω
|
αλαζόνας
ⓘDeze zin is geen vertaling van de Engelse zin. Από τότε που έγινε διευθυντής έχει καβαλήσει το καλάμι και μιλάει σε όλους αφ' υψηλού. |
ψωνισμένος(informeel, pejoratief) (μεταφορικά) Ήταν μεγάλο ψώνιο, θεωρούσε ότι είναι καλύτεροι από όλους τους άλλους. |
ξερόλας, εξυπνάκιας(informeel) (καθομιλουμένη) |
τυχάρπαστος
|
φαφλατάς, λογάς
|
Ας μάθουμε Ολλανδικά
Λοιπόν τώρα που γνωρίζετε περισσότερα σχετικά με την έννοια του verwaand στο Ολλανδικά, μπορείτε να μάθετε πώς να τα χρησιμοποιείτε μέσω επιλεγμένων παραδειγμάτων και πώς να διαβάστε τις. Και θυμηθείτε να μάθετε τις σχετικές λέξεις που προτείνουμε. Ο ιστότοπός μας ενημερώνεται συνεχώς με νέες λέξεις και νέα παραδείγματα, ώστε να μπορείτε να αναζητήσετε τη σημασία άλλων λέξεων που δεν γνωρίζετε στο Ολλανδικά.
Ενημερωμένες λέξεις του Ολλανδικά
Γνωρίζετε για το Ολλανδικά
Τα ολλανδικά (Ολλανδικά) είναι μια γλώσσα του δυτικού κλάδου των γερμανικών γλωσσών, που ομιλείται καθημερινά ως μητρική από περίπου 23 εκατομμύρια ανθρώπους στην Ευρωπαϊκή Ένωση —που ζουν κυρίως στην Ολλανδία και το Βέλγιο— και δεύτερη γλώσσα 5 εκατομμυρίων ανθρώπων. Τα ολλανδικά είναι μια από τις γλώσσες που σχετίζονται στενά με τα γερμανικά και τα αγγλικά και θεωρείται ένα μείγμα των δύο.