Τι σημαίνει το 停止する στο Ιαπωνικό;
Ποια είναι η σημασία της λέξης 停止する στο Ιαπωνικό; Το άρθρο εξηγεί την πλήρη σημασία, την προφορά μαζί με δίγλωσσα παραδείγματα και οδηγίες για τον τρόπο χρήσης του 停止する στο Ιαπωνικό.
Η λέξη 停止する στο Ιαπωνικό σημαίνει σταματάω, σταματώ, απαγορεύω, απενεργοποιώ, σταματάω, σταματώ, σταματάω, σταματώ, τα φτύνω, σταματάω, σταματώ. Για να μάθετε περισσότερα, δείτε τις λεπτομέρειες παρακάτω.
Σημασία της λέξης 停止する
σταματάω, σταματώ
バスが停止するまで降りるのはお待ちください。 |
απαγορεύω
|
απενεργοποιώ(機械など) |
σταματάω, σταματώ
Η μηχανή σταμάτησε γύρω στις τέσσερις μετά μεσημβρίας. |
σταματάω, σταματώ(機械など) 修理をする前にその機械を停止させなさい。 Κλείσε (or: σβήσε) τη μηχανή πριν την επισκευάσεις. |
τα φτύνω(機械が) (μεταφορικά, καθομιλουμένη) トースターが壊れた(or: 故障した)ようだ。 Νομίζω ότι η τοστιέρα χάλασε. |
σταματάω, σταματώ
Το αυτοκίνητο σταμάτησε όταν έφτασε στις ράγες του τραίνου. |
Ας μάθουμε Ιαπωνικό
Λοιπόν τώρα που γνωρίζετε περισσότερα σχετικά με την έννοια του 停止する στο Ιαπωνικό, μπορείτε να μάθετε πώς να τα χρησιμοποιείτε μέσω επιλεγμένων παραδειγμάτων και πώς να διαβάστε τις. Και θυμηθείτε να μάθετε τις σχετικές λέξεις που προτείνουμε. Ο ιστότοπός μας ενημερώνεται συνεχώς με νέες λέξεις και νέα παραδείγματα, ώστε να μπορείτε να αναζητήσετε τη σημασία άλλων λέξεων που δεν γνωρίζετε στο Ιαπωνικό.
Ενημερωμένες λέξεις του Ιαπωνικό
Γνωρίζετε για το Ιαπωνικό
Τα Ιαπωνικά είναι μια γλώσσα της Ανατολικής Ασίας που ομιλείται από περισσότερους από 125 εκατομμύρια ανθρώπους στην Ιαπωνία και την ιαπωνική διασπορά σε όλο τον κόσμο. Η ιαπωνική γλώσσα ξεχωρίζει επίσης για το ότι γράφεται συνήθως σε συνδυασμό τριών γραμματοσειρών: kanji και δύο ειδών κανα ονοματοποιίας, συμπεριλαμβανομένων των hiragana και katakana. Το Kanji χρησιμοποιείται για να γράψει κινεζικές λέξεις ή ιαπωνικές λέξεις που χρησιμοποιούν kanji για να εκφράσουν νόημα. Το Hiragana χρησιμοποιείται για την καταγραφή ιαπωνικών πρωτότυπων λέξεων και γραμματικών στοιχείων όπως βοηθητικά ρήματα, βοηθητικά ρήματα, καταλήξεις ρημάτων, επίθετα... Το Katakana χρησιμοποιείται για τη μεταγραφή ξένων λέξεων.